Η εορταστική περίοδος των Χριστουγέννων οσονούπω καταφθάνει, κουβαλώντας μαζί της και τις απαραίτητες καταναλωτικές συνήθειες της όπως, φιλανθρωπικά bazaars, ενδυματολογικές και γαστρονομικές προετοιμασίες για τις λαμπερές εορταστικές νύχτες και, φυσικά, την προμήθεια, για μας και τους φίλους μας, της κατάλληλης πνευματικής τροφής, για τις πνευματικές μας αναζητήσεις, που γίνονται πιο επιτακτικές κατά τις διάφορες περιόδους διακοπών.
Προς τούτο, η «στήλη» όλο αυτόν το διάστημα, θα ασχοληθεί περιοδικώς με την παρουσίαση σοβαρών λογοτεχνικών πονημάτων νέων καλλιτεχνών, του πεζού και του ποιητικού λόγου, για τα οποία πιστεύει ακραδάντως ότι θα κατακτήσουν τη λίστα των ευπώλητων βιβλίων. Κάτι που θα γίνει κατορθωτό, με τη μορφή διάδοσης από «στόμα με στόμα» και όχι με την γνωστή μέθοδο της περιφοράς αυτών τούτων των πονημάτων, «υπό μάλης των λογοτεχνών», στους γνωστούς καλλιτεχνικούς πολυχώρους café – bars, όπου το πνεύμα ίπταται μαζί με τις γαργαλιστικές αναθυμιάσεις των αλκοολούχων ποτών και τους μελωδικούς φθόγγους των φωνών των διαφόρων "έντεχνων" αοιδών και συγκροτημάτων, σε ρόλους live soundtracks των μεγαλουργημάτων.
Ο υποφαινόμενος έχει τη μεγάλη τιμή και χαρά να παρουσιάσει την πρώτη ποιητική απόπειρα της γνωστής λαογράφου κ. ΜΕΛΕΝΙΚΙΤΣΗΣ ΔΑΛΑΜΑΝΑΡΑ – ΛΑΛΟΥΚΑ, δημοσιεύοντας ένα από τα ποιήματα της, που περιέχονται στην ποιητική της συλλογή «ΕΥΠΡΕΠΕΙΣ ΠΟΘΟΙ», που θα κυκλοφορήσει εντός των ημερών.
Στο παρόν πόνημα της η ποιήτρια προσεγγίζει το υπαρξιακό δράμα της ελληνίδας κόρης, με σεβασμό απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα της, χωρίς, φυσικά, να έρχεται σε σύγκρουση με τα παραδοσιακά «πιστεύω», του άλλου προσώπου του δράματος, που είναι η ελληνίδα Μάνα.
Η όλη επιτυχία του ποιητικού εγχειρήματος στηρίζεται, βασικά, στη χρήση του δημώδους λόγου, που αποδίδει εξαιρετικά τη δραματική ατμόσφαιρα που βαραίνει τις υπάρξεις των δύο αυτών γυναικών της ελληνικής περιφέρειας.
ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΗΣ ΚΟΡΗΣ
Μη με πικραίνεις Μάνα μου
Και μη με καταριέσαι
Αδίκως χύνεις δάκρυα,
Του κάκου μου μαδιέσαι
Και μάταια Μανούλα μου
Φωνάζεις μου: «πάψε πια να πηδιέσαι»
Είμαι μια κόρη όμορφη,
Πηδούκλα και ναζιάρα,
Κι έχει να κάνει το χωριό,
Με μια τέτοια καυλιάρα.
Όταν παγαίνω το σταμν΄μ
Στη βρύση να γεμίσει,
Τσακώνονται τα σερνικά,
Πιο θα πρωτοπηδήσει.
Γι΄αυτό σου λέω Μάνα μου,
Δέστο με άλλο μάτι
Και μη κρατάς Μανούλα μου,
Σε με τέτοιο γινάτι.
Το έργο μου κοινωνικό
Είναι γλυκιά Μανούλα
Κι΄ας λέει όλο το χωριό,
Πως είμαι σκέτη…τσούλα.
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΑΓΑΠΗΤΗ ΦΙΛΗ: Γ. Κ. Ξ. (Εκείνη ξέρει)
1 σχόλιο:
Εξαιρετικη η εισαγωγη, και ειδικα η παρατηρηση για το ΔΡΑΜΑ της Μανας.Θα προσθετα και το Δραμα του γιου απο τη Μανα...Το δε ποιημα απολαυστικο και ρεαλιστικο Περικλης
Δημοσίευση σχολίου