Σάββατο 24 Απριλίου 2010

Η Μαντάμ Φουκαρώ μπλεγμένη στο δίχτυ "ασφαλείας" του Δ.Ν.Τ.

-Για δες καιρό που διάλεξε η φτώχια να μ’ αρπάξει, τώρα που ο κώλος μ΄φόρεσε κυλότα από μετάξι!

Ξέσπασε θρηνούσα κατά την προσφιλή της συνήθεια η Μαντάμ Φουκαρώ, κατά κόσμον Παλαιοκώσταινα, μόλις διάβασε το σημείωμα με το διάγγελμα, που είχε αποσταλεί μέσα σε μπουκάλι, από τον ναυαγήσαντα πρωθυπουργό κάπου στην άκρη του Νοτιοανατολικού Αιγαίου. Αναφέρομαι στην προσφιλή της συνήθεια – αυτή του θρήνου - για να υπογραμμίσω ότι, παρ’ όλες τις φιλότιμες προσπάθειες της να κόψει κάποιες αδυναμίες της - κατάλοιπα του ταπεινού παρελθόντος της – που δεν συνάδουν με το χαζοχαρούμενο πνεύμα της εποχής μας - δεν το κατόρθωσε, λόγω του ό,τι παραμένει ακόμη δέσμια των λαϊκών της γονιδίων.

Ούτε η τραγικότητα, ούτε το καβαφικό ύφος του πρωθυπουργικού διαγγέλματος, στάθηκαν ικανά να κατευνάσουν το θρήνο της, μετά και την παραδοχή, από τα πλέον επίσημα χείλη, ότι έμεινε ταπί και ψύχραιμη – που λέει ο λόγος ψύχραιμη. Εξάλλου γνώριζε πάρα πολύ καλά, από το πολύ πρόσφατο παρελθόν, ότι την Ιθάκη δεν επρόκειτο να τη δει, ούτε με κουπόνια του κοινωνικού τουρισμού. Και, ακόμη, ότι θα φορτωθεί στην καμπούρα της, για πάρα πολλά χρόνια, τους Λαιστρυγόνες (ΕΚΤ) και τον Κύκλωπα (ΔΝΤ). Οπότε, ποιος ο λόγος επίδειξης ψυχραιμίας κι εφησυχασμού;

Άνοιξε την τηλεόραση, για να έχει μια πιο σφαιρική κι επί πλέον πιο αντικειμενική πληροφόρηση – μέχρις εκεί της κόβει της καημενούλας – κι εκεί της ήρθε ο δεύτερος ντουβρουτζάς, με τις δηλώσεις των εξίσου ναυαγισμένων 4 πολιτικών αρχηγών της αντιπολίτευσης, οι οποίες - δηλώσεις - έμοιαζαν με τις μπουρμπουλήθρες των πνιγμένων ναυαγών, λίγο πριν χαθούν στα βάθη της θάλασσας.

Με τα νεύρα της κρόσσια και το χρώμα του προσώπου της σε μία απόχρωση του μπορντο-ροδο-κόκκινου από την οργή, αισθανόταν σαν χαλί Ταμπρίζ, που το προορίζουν για πλειστηριασμό.

Αυτός ο περίεργος συνειρμός – αποτέλεσμα, προφανώς, μιας υπολανθάνουσας μορφής στερητικού συνδρόμου, που σίγουρα θα επιδεινωνόταν στο εγγύς μέλλον, λόγω αδυναμίας εφαρμογής του “shopping therapy” – της προκάλεσε πανικό.

Μαύρες σκέψεις την κατέκλεισαν. Από τη μία σκεφτόταν πως θα τα έβγαζε πέρα με όλη αυτήν την καταχρεωμένη πλαστικούρα που είχε στριμωχθεί μέσα στο πορτοφόλι της, κάνοντας το να μοιάζει σαν γκαστρωμένο, δίνοντας έτσι τη ψεύτικη εντύπωση ότι ήταν παραγεμισμένο με ευρώπουλα.

Από την άλλη αρνιόταν να συμβιβαστεί με την ιδέα, ότι δεν θα μπορούσε πια να περάσει τα κατώφλια των πολυτελών καταστημάτων για να κάνει κτήμα της τα επώνυμα προϊόντα τους, αποστερώντας έτσι από τον εαυτό της την κοινωνική του καταξίωση.Κάτι έπρεπε να κάνει, το ταχύτερο δυνατόν, για να αποτρέψει ή έστω να σταματήσει αυτήν την παρακμή της γκλαμουριάς.

Ξαφνικά,το βλέμμα της φωτίστηκε. Ναι ήταν πλέον καιρός να πάρει την κατάσταση στα χέρια της. Θα προχωρούσε, και χωρίς καθυστέρηση μάλιστα, στην κήρυξη της “Επανάστασης της κατσαρόλας”. Υeeeeeeeeees! Αυτό θα γίνει!

Σκατά, ψιθύρισε. Κάτι παλιά κατσαρολικά που είχε κληρονομήσει από τη συγχωρεμένη τη γιαγιά της, τη Ψωροκώσταινα, τα είχε χαρίσει στην Αλβανίδα παραδουλεύτρα της. Τα είχε αντικαταστήσει με μία χύτρα ταχύτητας, την οποία είχε τοποθετήσει για καθαρά διακοσμητικούς λόγους στην κεραμική εστία στην τελευταίας τεχνολογίας ηλεκτρική κουζίνα της. Αχρησιμοποίητα και τα δύο. Χύτρα και κουζίνα. Ας είναι καλά το catering. Είναι δυνατόν, σκέφτηκε, να κάνεις επανάσταση με τη χύτρα ταχύτητας ή το κουβούκλιο μεταφοράς τροφών των διανομέων των caterings; Αν είναι δυνατόν;

Μάζεψε όση υπερηφάνεια της είχε απομείνει, σήκωσε με αποφασιστικότητα το κεφάλι ψηλά, επανέφερε τη μύτη της στο σωστό ύψος που είχε υιοθετήσει στους χρόνους της χαρισάμενης εποχής της βλαχο-γκλαμουριάς και του βαλκανικού life style – που εδώ και καιρό πνέει τα λοίσθια, με αποτέλεσμα να έχει δημιουργήσει προβλήματα πρόωρης εμμηνόπαυσης στις εκπροσώπους της “ξανθιάς σκέψης” της ιδιωτικής τηλοψίας - , τίναξε τα ξανθά βαμμένα μαλλιά της, έσφιξε τις γροθιές της, κάρφωσε το βλέμμα της στον καθρέφτη και σαν άλλη Σκάρλετ Ο΄Χάρα φώναξε βυζαντινοπρεπώς: « Πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μου θα είστε».

Αν και αθεράπευτα αμετανόητη, η παρούσα στήλη της εύχεται ολόψυχα: «Καλό κουράγιο»!

Πιστεύω ο αγαπητός μας φίλος Olli Rehn, να μην απαιτήσει πνευματικά δικαιώματα, για τη φράση που χρησιμοποίησα. Βέβαια, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τις αντιδράσεις όλων αυτών των ευρω-φονιάδων!

2 σχόλια:

MOLEMOU είπε...

ο τιτλοσ σου τα λεει ολα ....

Χρήστος είπε...

@MOLEMOU. Δυστυχώς, αυτή είναι η τραγική αλήθεια.